5 Δεκ 2014

ροζαλία






Την κοιτάζει έτσι όπως κάθεται μπροστά, με τα μακριά, καλοχτενισμένα της μαλλάκια ως τους ώμους. Τα τινάζει κάθε τόσο με το χεράκι της. Όλα πάνω της φαντάζουν υποκοριστικά. Είναι αδύνατον να είσαι δίπλα σ’ ένα τέτοιο πλάσμα χωρίς να θέλεις να το φροντίζεις και να λατρεύεις την κάθε του κίνηση. Δεν είναι σωστό.
Σκεφτόταν να της γράψει ότι τώρα αυτός έπρεπε να έχει μια τετράχρονη αδερφούλα. Να της κάνει αγκαλίτσες και παιχνίδια -δεν είναι τόσο καταδικαστέα τέτοια αισθήματα προς ένα κορίτσι, ειδικά προς τη μικρή σου αδερφή, είναι; Τελικά, αφήνει μόνο το «αδερφούλα…», ρολάρει στο ευρετήριο και της στέλνει το sms.
«Νa fas skata έρχεται σχεδόν αμέσως  η απάντηση της Ροζαλίας. Ο Κώστας έχει τελειώσει με την εκφώνηση της άσκησης και τους κοιτά περιμένοντας κάτι απροσδιόριστο.
Καινούργια δόνηση. «Dn eime aderfoula s», γράφει το μωρό και σηκώνει το χεράκι του: Να ’ρθω να τη λύσω; Ο Κωνσταντίνος χαμογελάει. Έλα! Ο Γλυκός χαμογελάει κι αυτός. Γλυκά. Κι η Ροζαλία τινάζει τα μαλλάκια της και σηκώνεται. Στον πίνακα. Όλ’ αυτά, τόσο γνωστά, ξαναειδωμένα. Η Ροζαλία χορεύει. Είναι τεσσάρων χρονών κι αυτός την παρακολουθεί με καμάρι. Από το ύψος των δεκαεπτά του χρόνων την παρακολουθεί που χορεύει για χάρη του. Φοράει άσπρο σορτσάκι με ρεβέρ και θαλασσί μπλουζάκι. Κοντό. Να φαντασιώνονται τ’ αγόρια ότι γλιστρούν το χέρι τους από κάτω και να τρώνε χαστούκι που να τους κοκκινίζει το μάγουλο. Κι η μαμά κι ο μπαμπάς της χειροκροτούν και ο Άρης χειροκροτεί που ’χει μια τόσο έξυπνη και όμορφη αδερφούλα που χορεύει και τους ξετρελαίνει όλους. Κι ο κόσμος γύρω χειροκροτεί κι αυτός, δεν υπάρχουν εξετάσεις και φροντιστήρια και τριανταεννιά βαθμοί υπό σκιάν, είναι καλοκαίρι, γιορτή, πανηγύρι και όλοι γελούν, όλοι, όλοι γελούν. Γιατί γελούν; Βλέπει τον καθηγητή που τον κοιτάζει παράξενα, ο Κωνσταντίνος τον κοιτάζει κι αυτός. Η Ροζαλία χορεύει ακόμα. Το κινητό του χορεύει επίσης αλλά δεν το ακούει. Παρακολουθεί τη Ροζαλία που μεγαλώνει χορεύοντας, σαν την μικρή Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, την παρακολουθεί να ψηλώνει και να ψηλώνει. Κρατώντας το ραβδί του κούνελου τραγουδά και χορεύει ψηλώνοντας. Μακάρι να ’ξερε τα λόγια του τραγουδιού, μακάρι να ’ξερε να χορεύει κι αυτός αντί να κάθεται έτσι δα και να χειροκροτεί περιμένοντας απ’ την Αλίκη να υποκλιθεί, αλλά εκείνη τι… κλαίει; Κι ο καθηγητής τον ρωτά τι κάνεις Άρη; κι ο Κωνσταντίνος του κάνει νόημα κοφ’ το μαλάκα και η Ροζαλία πετά το ραβδί που γίνεται χίλια κομμάτια. Στο πάτωμα. Και καθώς τρέχει έξω το πατά κι ο Άρης συνειδητοποιεί ότι είναι τα υπολείμματα μιας μικρής άσπρης κιμωλίας και επιτέλους σταματά να χειροκροτεί κι ανταποδίδει τα βλέμματα της απορίας.

«Συγγνώμη», τραυλίζει και, ξανά, «συγγνώμη» καθώς πιάνει το κινητό που εξακολουθεί να δονείται στην τσέπη του. «Να πάω λίγο έξω», λέει, περισσότερο σκεπτόμενος τη Ροζαλία. «Να πω μια κουβέντα και…είναι ο πατέρας μου… και γυρίζω αμέσως.»
Έτσι λέει. Γυρίζω αμέσως.
Γιατί η ζωή είναι ένα μεγάλο αστείο.



Απόσπασμα από το (υπό έδοση) Όνειρο της Πεταλούδας. Εικόνα από εδώ

17 Νοε 2014

για την ιστορία


Ι

Έλα ρε... ναι, μιλούσα μ' εκείνον τον τρελαμένο τον καλαματιανό. Τι να κάνω ρε φίλε, τι να κάνω... του 'δωκα κι αυτουνού την ευχή μου. Με το αζημίωτο, βέβαια, ξέρεις πώς πάνε αυτά τα πράγματα. Κι από σένα, μια χαρούλα που θέλω να ζητήσω, με το αζημίωτο κι αυτή... Έχεις ζημιωθεί ποτέ από μένα μωρή μπετόβεργα; μη με κάνεις να παραφέρομαι... Εκείνο που λέγαμε, κείνη την τροπολογία ντε... που λέγαμε πως θα προωθήσουμε... Τι θα πει “ποιοι το λέγαμε” ρε πατόφτυαρο, εμείς το λέγαμε, εσύ κι εγώ. Εγώ το έλεγα κι εσύ το άκουγες, μη με κάνεις να φαντάζομαι πως δεν με προσέχεις όταν μιλάω. Την τροπολογία για την παραλιακή, α γεια σου, είσαι και ξεχασιάρης πανάθεμά σε... κάτσε λίγο, κάτσε γιατί βαράει ο άλλος διάολος...

Έλα... Του μετρώ τα κουταλοπίρουνα, να του πεις. Ξέρει αυτός... Τα λεφτά τα πήρε όμως. Άμα τον... έχουμε και μικρά παιδιά εδώ πέρα. Τις φωτογραφίες των παιδιών μου ωρέ μπουζόκλειδο, για πες μου τώρα... με το άλλο που σου είπα, εντάξει; Πάλι τα ίδια. Λοιπόν, άκουσέ με, έτσι και σου ξαναρχίσει “ο λαός που μας επέλεξε” και τέτοιες πιπεριές, να του πεις ότι η βρύση κλείνει κι όταν θα ξαναχρειαστεί νεράκι, να πάει στους οικολόγους και τ' άλλα σαπρόφυτα που κανακεύει. Περίμενε.

Λέγε. Τι να πεις, έχεις δίκιο, να μην πεις τίποτα. Φρόντισε μόνο να γίνει η δουλειά. Ξέρω ότι εσύ τουλάχιστο είσαι εμπιστοσύνης. Να μείνω ήσυχος; Έτσι μπράβο. Κλείνω γιατί με ζητούν.

Λοιπόν, αυτό που είπαμε: η βρύση κλείνει, εντάξει αγόρι μου;... Τι; Μπα όχι, αποκλείεται να είναι τόσο... χα, χα τι ζώο... τότε πες του και το άλλο, με προσέχεις; Εγώ, να του πεις, είμαι η γενιά του πολυτεχνείου.

Όχι ρε, απίστευτο! Μωρή βέσπα!

Πορνόγερε!

Πατομπούκαλο!

Μοιρογνωμόνιο!

Σοβατισμένο απανωσήκωμα χωρίς κουφώματα!

Παραδίνομαι... Τι κάνεις εδώ ρε απατεώνα της κοινωνίας;

Φροντίζω να 'χουνε δουλειά κάτι σκουλήκια μεγαλοδημοσιογράφοι σαν και του λόγου σου... να μη με ενοχλήσει κανείς! Κάτσε.

Τι βάζεις εκεί; Έχω να πάω στο κανάλι μετά.

Θα μασήσεις μια τσιχλίτσα. Φοβάσαι μη βρωμάς ουίσκι στην πιτσιρίκα του πρωινάδικου;

Κυκλοφόρησε κιόλας;

Περιμένει την έγκρισή σου. Τα ρωτάνε αυτά οι αρχιρουφιάνοι;

Όχι και αρχί! Όχι και αρχί! Άντε γεια μας!

Υγεία. Πώς το κατεβάζεις έτσι το δεκαπεντάχρονο;

Ε, μιας που το 'βαλες... Λοιπόν;

Τι λοιπόν;

Με ζήτησες, ήρθα.

...Έχει προκύψει ένα θέμα... φτου σου λάστιχο ξεφούσκωτο, τι θες πάλι ρε; Τι σου 'πα πριν από λίγο ρε πολύμπριζο; Θυμάσαι τι σου 'πα; Να πα ν' ασβεστωθεί ν' ασπρίσει ο πρόεδρος, μην του επιχρίσω τα διατάγματα! Ποιος κυβερνά, επιτέλους, αυτό τον τόπο; ...ε, τι;... εγώ βέβαια... είδες που ξέρεις τι πρέπει να κάνεις; Γιατί με συγχύζεις λοιπόν; Πάρε μια πρωτοβουλία παλικάρι μου... έλα, καλό ξημέρωμα... Συρματόβουρτσα!

...Παντελή...

Ε, α, εδώ είσαι... το χάπι μου μέσα, με σύγχυσε το τσουτσέκι... Θα πάμε σε εκλογές.

Τι;

Τελειωμένο. Έχεις μια μέρα... γι αυτό σε πήρα πρωί, να 'χεις χρόνο. Τακτοποίησε τα χαρτοφυλάκιά σου, τους στενούς συγγενείς, αύριο η πρεμιέρα. Σου δίνω δυο εκπομπές και το βλαμμένο της Καλαμάτας. Δεν τον χρειαζόμαστε πλέον. Θέλω όμως, πρόσεξε, μια έρευνά μου στο αυριανό δελτίο. Να φανεί παραγγελιά δικιά σας.

Εταιρεία;

Όλα κανονισμένα. Η Τασούλα θα σου δώσει ένα σι-ντι.

Ρε πούστη μου!

Μη λες αυτή την κουβέντα εδώ μέσα!

... Με συγχωρείς.

Συχωρεμένος. Αλλά πρόσεχε... Τι κάνει η οικογένεια;

Ποια οικογένεια;

Α, ναι, χώρισες... Η κόρη σου; Απ' τους παλιούς βλέπεις κανένα;

Παλιούς... εννοείς...

Ήτανε μια γκομενίτσα... τότε... πώς τη λέγανε; Κοντούλα, με γυαλάκια.

Κοντούλα;

Με γυαλάκια. Τη γούσταρες τρελά.

Την Ιστορία; Αυτή τη γούσταρες εσύ ρε μαλά...

Τα, τα, τα, τα, τα! Τι είπαμε; Όχι τέτοιες κουβέντες εδώ πέρα. Έχουμε μικρά παιδιά.

Παιδιά; Α τις φωτογραφίες... έχεις ξεφύγει τελείως ρε μασταζαλίζεις. Όχι, δεν ξέρω τίποτα για την Ιστορία, ούτε τι κάνει, ούτε αν ζει ακόμα πουθενά. Πώς και τη θυμήθηκες;

Ιστορία, ε; Να ξεχάσω τέτοιο όνομα! ...Τη θυμήθηκα, γιατί; Εσύ δε θυμάσαι τίποτα;

Εγώ, είμαι η γενιά του Πολυτεχνείου.





ΙΙ



Κι αυτό; Το θυμάσαι αυτό;

Ντίλαν, δικέ μου! Πόσα χρόνια έχω ν' ακούσω Ντίλαν! Πού τα ξέθαψες;

Τ' ακούει ο μικρός. Ο Μενέλαος.

Τι λε ρε παιδί μου! Ντίλαν. Ο Μενέλαος! Μεγάλωσε εκείνο το σαμιαμίδι; Μη μου πεις ότι...

Πολυτεχνείο.

Σώπα!

Νοκ-νοκ-νοκιν ον χέιβενς ντορ! ΝΟΚ-ΝΟΚ-ΝΟΚΙΝ ΟΝ ΧΕΙΒΕΝΣ ΝΤΟΟΡ!!! Άει γεια μας!

Τι μου θυμίζεις ρε φίλε, τι μου θυμίζεις γαμώ τα δελτία μου! Όλος εκείνος ο τρελός κόσμος στα πόδια μας κι εμείς... θα τον αλλάζαμε!

Είχες μια φωνή... σειότανε το αμφιθέατρο. Όλες οι γκόμενες κλαίγανε.

Αμ' εσύ! Με τα μαλλιά και τα μούσια...

Κάτσε, περίμενε να δεις... Για δες εδώ... Γνωρίζεις κανέναν;

Όχι ρε!! Έχεις φυλάξει φωτογραφίες;

Αυτές μόνο. Τις άλλες τις πέταξε όλες η Γιάννα... Όταν με κούρεψε. Θα έμπαινα βλέπεις στην καλή κοινωνία .... Κατά φωνή! Τι θέλει η φακλάνα;

Έλα κορίτσι μου. Για σένα τώρα λέγαμε με τον Πάρη ... Τον Πάρη Μακρίδη, αστέρι μου, τον παλιό μου συμφοιτητή. Το καμάρι της μαχόμενης δημοσιογραφίας. Του έλεγα πόσο τον θαυμάζεις και ότι θέλεις να τον καλέσουμε κάποιο μεσημέρι για φαγητό. Τούτη την Κυριακή είναι καλά; ... Λευκό μου γιοματάρι, το 'ξερα πως θα χαρείς, ελαφίνα μου ... Ο Αγαμέμνων; Τι έκανε πάλι; ... Άντρας είναι, ελιά μου κορωνέικη, θα τις κάνει και τις τρέλες του ... Πόσο είχε πιει; ... Και για ενάμιση ποτηράκι, ούτε καν δύο ... Ενάμιση μπουκάλι;;

Χριστός και Παναγιά!

Και μπορούσε να οδηγεί; ... Αυτόφωρο; ... Α, ναι, κανονικά ναι, θα έπρεπε. Το αμάξι καλά; Ωραία... ε, τι! ένα σκασμό λεφτά πήρε να το φέρουμε απ' την Ιταλία ... Κοίτα, πες του διοικητή ότι το εκτιμώ βαθιά πες του και... καλά άσε θα του τα πω ο ίδιος... Εντάξει κοκόνα μου; ... Τι; ... Τα Χριστούγεννα; ... Είσαι εσύ μία! Ότι θέλει η κυρά μου! Ο Παρθενώνας μου με τα μαρμάρινα τα αετώματα!

Θα ξεράσω.

Τι λες τώρα; Ντροπή να μας ακούνε και τα παιδιά... Τι; ... Έχω εδώ μια φωτογραφία τους απ' όταν ήτανε μικρά. Γελάς χελωνίτσα μου; Αφού ξέρεις ότι είστε για μένα το παν, δεν το ξέρεις; Τον διοικητή, ναι, δεν θα ξεχάσω. Μείνε ήσυχη, πικάντικη μορταδελίτσα μου. Μπάι. Τσάο. Γεια.

Τι με κοιτάζεις έτσι;

Σε θαυμάζω.

Κι εσύ; Κι εγώ με θαυμάζω μερικές φορές. Λοιπόν, τα κανονίσαμε;

Τα κανονισμένα;

Γεια σου ρε Πάρη! Γι αυτό σε πάω ρε. Γιατί μαζί σου δεν χρειάζεται ούτε να εξηγώ ούτε να απειλώ. Καταλαβαινόμαστε.

Είναι που έχουμε τα ίδια ιδανικά.

...Χιούμορ;

Πνευματική άσκηση. Αυτοσαρκασμός.

Ωραία. Να σου πω... άλλη φορά τη γυμναστική σου να την κάνεις στο σπίτι. Μόνος. Συνεννοηθήκαμε;

Ντάξει ρε φίλε, μη στραβώνεις. Ένα αστείο ήτανε... Δε μου λες, με το Μονικάκι τις προάλλες, καλά;

Το Μονικάκι;

Το κορίτσι απ' το κανάλι...

Η ξανθούλα με τα...

Όχι, ρε συ, αυτή ήταν η Ηρώ... Μια ψηλή, μελαχρινή... Η μις αποτέτοια...

Το κάτι άλλο! Μόνο που δεν κρατήσαμε τηλέφωνα.

..'μα θες στην ξαναστέλνω.

Μμ, καλή σκέψη. Την έχω ανάγκη τούτο τον καιρό λίγη χαλάρωση. Με πιάνεις;

Σε πιάνω.

Να, γι' αυτό λέω ότι συνεννοούμαστε ... Άκουσες κάτι;

Σα να μου φάνηκε... Τ' άκουσες κι εσύ;

Ναι, κάτι σαν... ααα!!!

Όμοιος, ομοίω κι η κοπριά στα λάχανα.

Π-ποια είσαι; Πώς μπήκες εδώ;

Ο ...Παρθενώνας τα ξέρει για τα κοριτσάκια;

Τι λες; Ποια κοριτσάκια;

Τα απελπισμένα. Άσε το τηλέφωνο, το παλικάρι απέξω έχει σοβαρότερα προβλήματα αυτή τη στιγμή.

Τι θέλεις; Φάρσα μου κάνετε;

Εγώ δεν ξέρω τίποτα.

Ήρθα για τα χρωστούμενα.

Χρωστούμενα; Εγώ σε σένα; Α, κατάλαβα. Είσαι απ' τους... που απολυθήκανε. Κοίτα... Εγώ δεν ξέρω απ' αυτά. Πρέπει να μιλήσεις με το λογιστή.

Τα δικά μας τα χρωστούμενα δεν είναι τέτοια. Επιταγές. Διαμαρτυρημένες, από χρόνια.

Δικές μου;

Και του φιλαράκου σου με τα μπότοξ. Μόνο στη μνήμη του παρέλειψε τη σχετική αναβάθμιση.

Τι λέει αυτή ρε Παντελή; Και πώς βρέθηκε στο γραφείο σου; Αν μου 'χεις στήσει καμιά...

Μη λες μαλακίες!

Τσ, τσ, τσ,... Μπροστά στα παιδιά!

Άκου να δεις κοπέλα μου... Παρατράβηξε το αστείο! ...ΚΥΡΙΑ ΜΕΝΤΗ!

Κυρία Μεντή; Α, η Τασούλα! Χρήσιμο κορίτσι. Καλό αλλά άτυχο. Δυο φορές πήγε να παντρευτεί και την αφήσαν οι γαμπροί στις πρόβες... Οι αφοσιωμένες γραμματείς είναι λίγο δυσεύρετες και...κοστίζουν... Στα χέρια της έπαθες το πρώτο σου έμφραγμα. Εκείνη έτρεχε δυο μέρες για το μπαι-πας...

Τι λες; Πότε γίναν αυτά;

Αυτή κανόνισε το διαζύγιο με τη φακλάνα, διατροφές, κανάλια και δικηγόρους, όταν μαθεύτηκε ότι η κοπέλα του γιου σου του Μενέλαου κι ο κολλητός του παίρνανε μισθό από σένα για να τον προσέχουν. Κι ότι οι φασίστες που τον στριμώξαν στη διαδήλωση και του παίξανε κάτι ψιλές ήτανε βαλτοί δικοί σου.

Ήρθες για να μ' εκβιάσεις;

Να σε παρηγορήσω. Θα χαρείς να μάθεις ότι όλα αυτά που μάζεψες πατώντας επί πτωμάτων, στα δώσαν αυγατισμένα οι Ελβετοί και τα γλεντάς στον Παράδεισο. 

Είναι εντελώς βλα...

Βούλωσ' το!

Α, ο Ομηρικός μας ήρωας... Μετά τις εκλογές έγινε μύθος. Μέχρι διευθυντής του καναλιού έφτασε. Η μνήμη δεν ήταν ποτέ το φόρτε του, αλλά να τον βρει το Αλτσχάιμερ πάνω στις δόξες! ...Κρίμα! Ήταν φαίνεται κληρονομικό. Απ' τα εξήντα στο ίδρυμα, να του σκουπίζουνε τα σάλια οι αποκλειστικές... μια ζωή να γλύφει και να φτύνει, του 'μεινε κουσούρι ως το τέλος.

Απορώ τι καθόμαστε κι ακούμε. Μια ημίτρελη που το παίζει τυφλή προφήτισσα!

Τυφλή; Η αλήθεια είναι ότι χωρίς γυαλιά δεν βλέπω τη μύτη μου. Καθένας με τις αλλαγές του. Εγώ φόρεσα φακούς επαφής.

Ποια είσαι;

Είμαι η γενιά του Πολυτεχνείου.


21 Οκτ 2014

λευκό



μπρος στο λευκό συχνότατα στέκω συλλογισμένος
χαρτί ως άλλοι χάσκουνε ενώπιον βιτρινών
εκεί την ματαιότητα της τέχνης μου θρηνών
ξεσπώ με αγανάκτηση και κάθε λογής μένος

έστω να υποθέσουμε πως αγαθή ποια μούσα
στο πρόσωπό μου έβρισκε έναν Λόρκα ένα Ρεμπώ
πες μου σαν τι θα κέρδιζα π' όταν βρε Χάρε μπω
στο μάτι σου απ' τη μοίρα τους άλλη δεν θα τολμούσα

να ελπίσω (...κι έχω αυτόν τον αλητήριο
που ποιος Αρθούρος με ρωτά ποιος Φεδερίκο
θέλει η φωνή λες να υψωθεί μα πού να βρει ήχο
μες στο λευκό κυλάει χαρτί το δηλητήριο...)




εικόνα: J.Pollock, untitled

23 Αυγ 2014

φεγγάρια




που λες τυχαίνει τ' αστροφώτιστα τα βράδια
του Ιουλίου εκεί που κάθομαι στου Στράτου
(για να ξεφύγω λίγην ώρα απ' τα τετράδια)

να νιώσω πάνω μου το φως του να προβάλλει
κάποιο φεγγάρι που περνά με τη σειρά του...
ξέρω πως φτάνει να σηκώσω το κεφάλι

για να το δω -τα πλευρικά του τα φανάρια
πλάι με τ' άλλα καθώς έρχεται να δέσει
στις αποβάθρες που σκαλώνουν τα φεγγάρια

και λέω τι όμορφες κι αδέξιες σαν φαντάροι
στην πρώτη έξοδο οι ζωές που ψάχνουν θέση
σπρώχνοντας κάποτε το Βέγα ή τον Αντάρη

μ' ένα κρασί όπως εγώ ή με μια μπύρα
μ' ένα τσιγάρο ένα φιλί ή κάποιο αστείο
και της ζεστής ζωές ανάσας τους την πύρα

τ' αύριο ξορκίζοντας παρέες ή ζευγάρια
μα πάντα μόνες τους την ώρα του αντίο
ζωές κατάφωτες σαν πλοία και σαν φεγγάρια







Πρωτοδημοσιευμένο την άνοιξη του 2009. Δυστυχώς, η εικόνα της πλατείας Δημαρχείου (ή Πάνω Πιάτσας) Σερίφου δεν είναι πλέον αυτή που ήταν.

17 Ιουλ 2014

οι παλιές αγάπες πάνε (πια)



Άραγε, θα θυμηθώ τη φωνή σου;



19 Απρ 2014

ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ





    ΕΝΑ 
    Εγώ που σου μιλώ είμαι Άνθρωπος και όχι Θεός. (Δεν ψωνίστηκα -τόσο πολύ- ακόμα.) Μοίρα μου κοινή με κάθε ανθρώπου: να γεράσω και να πεθάνω. Και –το κυριότερο- τούτης της Μοίρας μου να έχω επίγνωση.  
    ΔΥΟ
    Έτσι, ως Άνθρωπος αλλά και πρόσωπο βουβό μιας τραγωδίας, αναζητώ τη σωτηρία: στρέφομαι στο Πνεύμα. Και αναζητώ τη λησμονιά: στρέφομαι στη σάρκα. 
    ΤΡΙΑ 
    Όμως, εγώ που σου μιλώ –ο Άνθρωπος, πάντα- είμαι συγχρόνως και Ζώο. Φύση μου είναι τα Ένστικτα: τ’ αποδέχομαι ή όχι, αυτά υπάρχουν. Και δίχως Πνεύμα γίνομαι έρμαιο των ενστίκτων μου.  
    ΤΕΣΣΕΡΑ 
    Μες από τούτο το βαθύ διχασμό πορεύομαι. Αθώος, γιατί δεν ευθύνομαι για τη Φύση μου ή τη Μοίρα. Και Ένοχος, γιατί γνωρίζω Ευθύνη τι σημαίνει.  
    ΠΕΝΤΕ 
    Εγώ, λοιπόν, το Ζώο -ο Άνθρωπος- έχω το μοναδικό απ’ όλα τα ζώα προνόμιο, που τ’ ορίζει η επίγνωση της μοίρας και το βάρος μαζί τής ευθύνης μου: να φτιάχνω Θεούς. Κατ’ εικόνα δική μου. Γιατί φοβάμαι. Μα και γιατί ζητώ ένα νόημα. Γιατί ζητώ Απαντήσεις.  
    ΕΞΙ 
    Σημαντικό: η πρόταση 5 δεν έχει –κι ούτε θα μπορούσε- να πει κάτι επί του αν τωόντι υπάρχει Θεός και πώς μοιάζει. Η πρόταση 5, όπως και οι υπόλοιπες, μιλά για τον Άνθρωπο.  
    ΕΠΤΑ 
    Λησμονιά και Απαντήσεις, Απαντήσεις και Λησμονιά: αυτά ζητώ. Τα ζητώ με τα Ένστικτα και τα ζητώ με το Πνεύμα, που συχνά τα μπερδεύω και βαφτίζω το Ένστικτο «Πνεύμα». Κι αυτό είναι φυσικό όσο θεωρώ ότι «Εγώ» είναι το Πνεύμα μου και στ’ όνομά του διαρκώς απολογούμαι.  
    ΟΚΤΩ 
    Ζητώ Απαντήσεις από περιέργεια –ρωτάω «ποιος;» και «τι;» και «γιατί;» Και ζητώ Απαντήσεις από ανάγκη –ρωτάω «πώς;». Και ζητώ Απαντήσεις από Ευθύνη. Ρωτάω: «είναι σωστό;» Αυτές οι τελευταίες είναι οι δυσκολότερες. Γιατί μπορεί να προκαλέσουν συγκρούσεις.  
    ΕΝΝΕΑ 
    Τις συγκρούσεις, ως Άνθρωπος, τις φοβάμαι. (Ως Ζώο, όχι πάντα.) Κι έχω μια λύση γι’ αυτές: κοινές με τους άλλους ανθρώπους Απαντήσεις. Υποτάσσομαι στο σύνολο. Αυτό, εκτός των άλλων σημαίνει: παραχωρώ την ανάγκη μου και το δικαίωμα να φτιάχνω Θεούς στην Κοινότητα. Και ανακαλύπτω πως είναι ευκολότερα έτσι. Γιατί η Ευθύνη της δ ι α φ ύ λ α ξ η ς των Απαντήσεων είναι πολύ μικρότερη από την Ευθύνη ε ξ ε ύ ρ ε σ η ς των Απαντήσεων.  
    ΔΕΚΑ 
    Αναζητώντας απαντήσεις, προοδεύω κι αυτό στην κυριολεξία σημαίνει: πάω μπροστά. Το φως της Γνώσης άλλοτε φέγγει κι άλλοτε γίνεται αετός που σπαράζει το συκώτι μου. Όμως δεν μπορώ ν’ αλλάξω την κατεύθυνση των πραγμάτων κι ούτε χρειάζεται. Ότι ο Κόσμος πάει στο χειρότερο είναι κοινή ψευδαίσθηση όλων των γενεών και όλων των ανθρώπων: δεν έχει να κάνει με τον Κόσμο, αλλά με την επίγνωση της φθοράς. Κόσμος για τον Άνθρωπο είναι η Μοίρα του Ανθρώπου. Όπως τη Μοίρα μου αποδέχομαι, έτσι τον Κόσμο πρέπει –οφείλω- να αποδεχτώ.